O Claude Lévi-Strauss ήταν αυτός που επεξεργάσθηκε την σύγκριση bricoleur και μηχανικού στο ‘La pensée sauvage’ (Παρίσι 1962. Aγγλική μετάφραση: The Savage Mind, Σικάγο 1966, Ελληνική μετάφραση: Άγρια σκέψη, Αθήνα 1977). Απο τότε που την εισήγαγε, αυτή εμφανίσθηκε σε πλήθος κλάδων ως μέρος της νέας προσέγγισης, που ο στρουκτουραλισμός παγίωσε στις κριτικές και δημιουργικές διερευνήσεις, από την ποίηση ώς την αρχιτεκτονική.
Για τον Lévi-Strauss, ο ανθρώπινος νους λειτουργεί και γιγνώσκει βάσει δύο τρόπων, του αγρίου και του επιστημονικού. Αυτοί αντιπροσωπέυονται αντίστοιχα από τον bricoleur και τον μηχανικό. Η άγρια σκέψη συνιστά μιαν ‘επιστήμη του συγκεκριμένου’, που επιχειρεί να ‘συναρμόσει’, να συλλάβει τον κόσμο ως πλέγμα σχέσεων και αντιστοιχιών. Η επιστημονική σκέψη είναι μια σκέψη λειτουργική, που επιδιώκει να εξηγήσει την πραγματικότητα με ποσοτικούς όρους και με στόχο την αποτελεσματικότητα.
Βricolage είναι η κατασκευή με ό,τι είναι διαθέσιμο. Bricoleur κατέληξε να σημαίνει κάποιον, που εργάζεται χειρωνακτικά, συνήθως όμως τεθλασμένα και πανούργα, και όχι όπως ο γνήσιος χειροτέχνης. Ο Lévi-Strauss αντιστοίχισε τον δεύτερο με τον μηχανικό. Χρησιμοποίησε τη λέξη bricolage για να περιγράψει κάθε αυθόρμητη δράση, επεκτείνοντας αυτήν για να συμπεριλάβει τους ιδιάζοντες τρόπους της μυθικής σκέψης, με την αιτιολογία ότι, εφόσον η μυθική σκέψη προκύπτει από την ανθρώπινη φαντασία, είναι βασισμένη στην ανθρώπινη εμπειρία. Άρα οι εικόνες και οι οντότητες, που παράγονται μέσα από την μυθική σκέψη, αναδύονται από προϋπάρχοντα αντικείμενα στον νου του υποκειμένπου, που φαντάζεται.
Ο Lévi-Strauss λέει ότι το σύμπαν του bricoleur είναι κλειστό, ενώ αυτό του μηχανικού είναι ανοιχτό στο βαθμό που ο δεύτερος είναι ικανός να δημιουργήσει νέα εργαλεία και υλικά. Ο bricoleur είναι ειδικός στο να πραγματοποιεί μεγάλο αριθμό διαφορετικών εργασιών και στο να συνδυάζει με νέους τρόπους προϋπάρχοντα αντικείμενα. Ωστόσο, σε αντίθεση με τον μηχανικό, δεν τα εξαρτά από την διαθεσιμότητα πρώτων υλών και εργαλείων, που ο άλλος είναι σε θέση να συλλάβει ή να προμηθευτεί επί σκοπώ. Οι κανόνες του παιχνιδιού του τον αναγκάζουν να βολευτεί με ό,τι βρίσκεται πρόχειρο, δηλαδή με ένα σύνολο εργαλείων και υλικών πάντοτε πεπερασμένο και, επίσης, ετερογενές, δεδομένου ότι τα όσα αυτό περιλαμβάνει δεν συνδεόνται με το ζήτημα που τον απασχολεί, ή με κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα εν γένει, αλλά είναι το συμπτωματικό αποτέλεσμα όλων των ευκαιριών, που είχε, για να ανανεώσει ή να εμπλουτίσει το απόθεμά του ή να να το συντηρήσει με τα υπολείματα προηγούμενων κατασκευών ή καταστροφών. Ο μηχανικός ασχολείται με την ολότητα των έργων, λαμβάνοντας υπόψιν του την διαθεσιμότητα των απαιτούμενων υλικών και εργαλείων. Ο bricoleur προσεγγίζει σε ακρίβεια την άγρια σκέψη, ενώ ο μηχανικός την επιστημονική.
Ωστόσο, και ο δύο ζουν μέσα στους περιορισμούς της πραγματικότητας, οπότε και ο μηχανικός είναι υποχρεωμένος, να λάβει υπόψιν του την προϋπάρχουσα θεωρητική και πρακτική γνώση, τα τεχνικά μέσα, με τρόπο ανάλογο με τον bricoleur.
Ο μηχανικός επιχειρεί να εξηγήσει τον κόσμο και ταυτόχρονα να κυριαρχήσει επάνω του. Ο bricoleur ζητά να τον κατοικήσει, να τον επενδύσει, προκειμένου να του προσδώσει νόημα. Ο πρώτος, όπως λέει ο Lévi-Strauss, καταπιάνεται με το να ‘δημιουργήσει γεγονότα (αλλάζοντας τον κόσμο) μέσω δομών’, πράγμα που αποτελεί ένδειξη ‘των υποθέσεων και των θεωριών’ του μηχανικού, ενώ ο δεύτερος με το να ‘δημιουργήσει δομές μέσω γεγονότων’. Υπ΄αυτήν την έννοια, ο bricoleur προσπαθεί πάνω απ΄όλα και λίγο-πολύ συνειδητά, να συντηρήσει την πολυπλοκότητα των χαρακτηριστικών του κόσμου μεταφέροντας αυτήν την πολυπλοκότητα σε δομές στοιχείων με ποικίλους και λεπτούς συσχετισμούς. Αυτή η πολυπλοκότητα θυσιάζεται από την επιστημονική σκέψη υπέρ της ευκρίνειας. Ο bricoleur ενδιαφέρεται για την ανάκτησή της, και ως εκ τούτου ανταποκρίνεται στη βαθειά ανάγκη της δημιουργίας νοήματος μέσα από την αναδιάταξη, την (επαν)οργάνωση και την ύφανση σχέσεων με νόημα μεταξύ εκ πρώτης όψεως ετερογενών αντικειμένων.
Ο Lévi-Strauss εξετάζει το bricolage για να αμφισβητήσει την αντίληψη περί ‘διανοητικής πενίας των αγρίων’, περί ελλείψεως εννοιολογικής σκέψεως, περί ‘αδεξιότητος στην αφηρημένη σκέψη’. ‘Η αφαίρεση’, όπως αναφέρει, ‘δεν αποτελεί μονοπώλιο του πολιτισμού’. Ωστόσο, με το bricolage δεν παρουσιάζει απλά τη ‘σκέψη των αγρίων’, αλλά κάτι σημαντικότερο: την ‘άγρια σκέψη’. Παρουσιάζει αυτό που ο Dan Sperber αποκαλεί ‘αδάμαστη σκέψη’, και που είναι διαφορετικό από την επιστήμη -αναλογικό, ίσως, και όχι αναλυτικό-, και που συνιστά μόνιμη ανάγκη και της αρχιτεκτονικής.
Απο τις ΔΟΜΕΣ